Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Ομντουρμάν — Πόλη του Σουδάν (526 287 κάτ.), στη συμβολή των ποταμών Κυανού και Λευκού Νείλου. Η πόλη αυτή ήταν κατά τη διάρκεια της επανάστασης των Μαχντιστών σημαντικό επαναστατικό ορμητήριο. Μετά τον θάνατο του ηγέτη της επανάστασης του Μάχντι ή Μωχάμαντ… … Dictionary of Greek
θεόφιλος — I (4ος αι. π.Χ.). Ποιητής της Μέσης κωμωδίας. Διασώθηκαν οι τίτλοι οκτώ κωμωδιών του: Ιατρός, Παγκράτεια, Βοιωτία, Νεοπτόλεμος, Επιδαύριος, Προιτίδες, Απόδημος και Φίλαυλος. Ο προτελευταίος και τελευταίος τίτλος αναφέρονται, αντίστοιχα, στα… … Dictionary of Greek
Γκόρντον, Τσαρλς Τζoρτζ — (Charles George Gordon, Γούλγουιτς 1833 – Χαρτούμ 1885). Άγγλος στρατιωτικός. Το 1860 πήρε μέρος στην αγγλική εκστρατεία στην Κίνα και στη συνέχεια προσέφερε τις υπηρεσίες του ως διοικητής στον στρατό του Κινέζου αυτοκράτορα. Το 1874 διορίστηκε… … Dictionary of Greek
Ιράκ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ιράκ Έκταση: 437.072 τ. χλμ. Πληθυσμός: 24.001.816 (2002) Πρωτεύουσα: Βαγδάτη (4.478.000 κάτ. το 1995)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με τη Συρία και την… … Dictionary of Greek
Μασάουα ή Μιτσίουα — (Massawa ή Mitsiwa). Πόλη (30.000 κάτ. το 2001) της βόρειας Ερυθραίας, πρωτεύουσα της επαρχίας Σεμεναουί Κεγί Μπαχρί (Semenawi Keyih Bahri, 32.180 τ. χλμ., 392.653 κάτ.). Η Μ. είναι χτισμένη πάνω σε δύο κοραλλιογενή νησιά, στο ομώνυμο της Μ. και… … Dictionary of Greek
Μενελίκ ή Μενιλέκ — (Menelik II, 1844 – 1913). Αυτοκράτορας της Αβησσυνίας (σημερινή Αιθιοπία). Ήταν ηγεμόνας της φυλής των των Σόα (1865 89) και επέδειξε συγκεντρωτικές τάσεις. Αγωνίστηκε εναντίον του βασιλιά της Αιθιοπίας Ιωάννη Δ’, ο οποίος όμως τον νίκησε το… … Dictionary of Greek
Μοχάμετ Αμπντουλάχ — Σουδανός επαναστάτης εναντίον των Άγγλων. Βλ. λ. μάχντι … Dictionary of Greek
Σουδάν — Κράτος της Βόρειας Αφρικής. Συνορεύει στα Β με την Αίγυπτο και τη Λιβύη, στα Δ με το Τσαντ και την Κεντροαφρικάνικη Δημοκρατία, στα Ν με το Κόνγκο, την Ουγκάντα και την Κένυα και στα Α με την Αιθιοπία και την Ερυθραία, ενώ το ΒΑ τμήμα της… … Dictionary of Greek
Φατιμίδες — Μουσουλμανική σχιιτική δυναστεία, που εγκαθιδρύθηκε κατά το τέλος του 9ου και τις αρχές του 10ου αι., μετά τη διάλυση του χαλιφάτου των Αβασιδών. Ιδρυτής της υπήρξε ο Ουμπεΐντ Αλλάχ, ο οποίος, αφού ανακηρύχθηκε απόγονος της Φατίμα, κόρης του… … Dictionary of Greek